Κυριακή της Απόκρεω - Το Ευαγγέλιο της Κρίσεως, Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου (+)
(Ματθ. 25, 31-46)
Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
1. Προετοιμάζεσαι γιά τότε;
εγάλη γιορτή ἡ σημερινή, γιατί μᾶς θυμίζει τήν δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα μας. Γιατί, γι’ αὐτό γίναμε χριστιανοί, γι’ αὐτό ἀγωνιζόμαστε, γι’ αὐτό ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία, γι' αὐτό προσευχόμαστε καί νηστεύομε. Γιά νά ἀπολαύσουμε τήν Βασιλεία του. Καί εἴθε ὁ Χριστός νά μᾶς ἀξιώσει νά τήν κληρονομήσουμε.
Στό εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε ὁ Χριστός μᾶς λέγει:
Τότε πού θά ἔλθει, τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας του, αὐτά πού τώρα εἶναι ἀνακατεμένα, πού δέν ξεχωρίζουν, τότε τά ξεχωρίσει καλά.
Καί θά βάλει τούς καλούς στά δεξιά του καί τούς ἄλλους στά ἀριστερά του. Θά τούς ξεχωρίσει μέ τήν εὐκολία πού ὁ τσοπάνης ξεχωρίζει τά πρόβατα ἀπό τά κατσίκια. Γιά μᾶς εἶναι δύσκολο.
Γιά τόν Χριστό εἶναι τό πιό ἁπλό πράγμα. Ὅπως εἶναι πολύ ἁπλό γιά τόν τσοπάνη, νά ξεχωρίσει κατσίκια ἀπό ἀρνιά.
Γιά μᾶς ὅμως εἶναι ἕνα θέμα σοβαρό. Γιατί; Γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀπό τήν φύση του ἀρνί καί κατσίκι. Ἀλλά γίνεται ὅταν θέλει ἀρνί καί γίνεται ὅταν θέλει καί κατσίκι καί λύκος καί λιοντάρι καί ἀκόμη χειρότερο.
Τό ἐρώτημα λοιπόν πού μᾶς θέτει ἡ σημερινή μέρα καί ἡ ἀνάμνηση τῆς δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας εἶναι:
«Ἐσύ ἑτοιμάζεσαι γιά τήν ἡμέρα ἐκείνη; Φροντίζεις νά γίνεις ἀρνί; Ἤ ἀφήνεις τόν ἑαυτό σου νά γίνεται κατσίκι;»
Ἅγιοι Ἀγαθόδωρος, Αἰθέριος, Βασιλέας, Ἐλπίδιος, Εὐγένιος, Ἐφραὶμ καὶ Καπίτων οἱ Ἱερομάρτυρες (7 Μαρτίου)
πί τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἕρμων (300 – 314 μ.Χ.) ἀπέστειλε στή Σκυθία τόν Ἐπίσκοπο Ἅγιο Ἐφραίμ καί στή Χερσώνα τόν Ἐπίσκοπο Ἅγιο Βασιλέα, μέ σκοπό τήν διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Ἅγιος Βασιλέας ἐπειδή κήρυττε τόν Χριστό, ἐκδιώχθηκε ἀπό τούς εἰδωλολάτρες. Ὅμως καί πάλι προσκλήθηκε ἀπό τόν ἡγεμόνα τοῦ τόπου καί ἀνέστησε, κατά τόν Συναξαριστή, τόν υἱό του. Ἀπό τό γενόμενο θαῦμα καί ὁ ἄρχοντας καί πλῆθος λαοῦ πίστεψαν στόν Χριστό καί βαπτίσθηκαν. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ἐξεμάνησαν καί τόν συνέλαβαν. Τόν ἔδεσαν καί τόν ἔσυραν ἀπό τά πόδια, καί συρόμενος πέθανε.
Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, ἐνῷ δίδασκε τό Εὐαγγέλιο, συνελήφθη ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί ἀποκεφαλίσθηκε.
Μετά τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ Ἁγίου Βασιλέως ἀπεστάλησαν στή Χερσώνα οἱ Ἐπίσκοποι Ἀγαθόδωρος, Ἐλπίδιος καί Καπίτων ὡς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς πίστεως, ἀλλά καί αὐτοί φονεύθηκαν ἀπό τούς ἄπιστους.
Ὅσιος Λαυρέντιος ἐκ Μεγάρων, κτήτορας της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνας (7 Μαρτίου)
Ὅσιος Λαυρέντιος, κατά κόσμον Λάμπρος Κανέλλος, γεννήθηκε στά Μέγαρα ἀπό εὐσεβεῖς καί φιλόθεους γονεῖς, τόν Δημήτριο καί τήν Κυριακή. Τό ἐπάγγελμά του ἦταν γεωργός καί οἰκοδόμος. Νυμφεύθηκε τήν Βασιλική καί ἀπό τόν γάμο του ἀπέκτησε δύο υἱούς, τόν Ἰωάννη καί τόν Δημήτριο. Κάποιο βράδυ, στό χωριό Μάντρον, ὁραματίσθηκε τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία τοῦ ὑπέδειξε νά πάει στήν Σαλαμίνα, ὅπου βρῆκε τήν ἱερά εἰκόνα της καί νά ἀνακαινίσει τόν ἐρειπωμένο ναό αὐτῆς. Ἔτσι, τό ἔτος 1682, ὁ Ὅσιος ἀνήγειρε νέα μονή, τήν γνωστή ἕως σήμερα μονή τῆς Φανερωμένης. Ἐκεῖ ἀργότερα ὁ Ὅσιος ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό ὄνομα Λαυρέντιος. Μοναχή ὅμως ἔγινε καί ἡ σύζυγός του, ἡ ὁποία μετονομάσθηκε σέ Βασσιανή. Γιά τά πολλά του πνευματικά χαρίσματα καί τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος, σύμφωνα καί μέ σχετικό χειρόγραφο σημείωμα, κοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 6 Μαρτίου τοῦ 1707, ἡ μνήμη του ὄμως τελεῖται στίς 7 Μαρτίου. Ἡ τιμία κάρα του, πού φέρει ἀργυρό περίβλημα, ἀπόκειται σέ προσκύνηση στό ναΰδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου.